Σκύλος κασάτος..!
Αυτές τις κρύες μέρες, μου έρχεται στο μυαλό ο σκύλος του Αρκά που κυκλοφορούσε τυλιγμένος με ένα χοντρό σάλι και γκρίνιαζε στο γέροντα κηδεμόνα του που δεν άναβε το καλοριφέρ.
Όταν το είχα διαβάσει γέλαγα, αν και μέσα μου το ήξερα πως με την κατάσταση που επικρατεί, για να ανάψει στην πολυκατοικία το καλοριφέρ φέτος, θα πρέπει να κατέβει κάποιος δέκατος τρίτος Θεός, άγνωστος μέχρι τώρα στους Έλληνες και όπως ο Προμηθέας έδωσε τη φωτιά, να δώσει σε εμάς κάμποσους τόνους πετρέλαιο.
Μόλις λοιπόν πιάσαμε τους 19 βαθμούς μέσα στο σπίτι, ο σκύλος πήγε κι έπιασε στασίδι στο καλοριφέρ.
Ξύνει τη ράχη του στις φέτες, το κοιτάει, το ξανα-μανά-κοιτάει, το μυρίζει, το ρουθουνίζει. Θα άκουσε κάπου πως δια της τριβής προκαλείται θερμότητα κι ίσως γι’ αυτό τέτοιο στενό μαρκάρισμα και ανελέητο τρίψιμο.
Παλιά, είχαμε κάτι ριχτάρια στους καναπέδες. Πήγαινε και χωνότανε από κάτω. Καταργήθηκαν την πέμπτη φορά που δεν τον κατάλαβα, έκατσα πάνω του και κόντεψε να αλλάξει σχήμα.
Πώς να τον έβγαζα πλακέ στους δρόμους και να μη με κατηγορούσαν για κακοποίηση; Άσε που κόντεψα να πάω από καρδιά με τη φωνή που έβγαλε από τον πόνο. Επιπλέον, τα είχε μασουλήσει τα ριχτάρια κι έγιναν κροσσοτά, σα να τα πέρασε από τον καταστροφέα εγγράφων. Ακόμα τα ψάχνει λοιπόν.
Του ‘χα δώσει και κάτι παλιά πουλόβερ. Σαν τέλειος νοικοκύρης -πήρε απ’ τη γιαγιά του, δηλ. τη μάνα μου- τα ‘βγαζε κάθε τρεις και λίγο να τα τινάξει. Κυρίως όταν τρώγαμε. Περιχαρής, ερχόταν δίπλα στο τραπέζι. «Τρώτε, ε; Τότε εγώ να κάνω καμιά δουλίτσα…». Και δώστου να ανεβαίνει ο μπουχός κι οι τρίχες στις μασέλες μας. Παν κι αυτά…
Κατέφυγα στη λύση των ζιπουνακακίων.
Στυλιστικά μάλλον δεν του άρεσαν. Μόλις του τα ‘βαζα - μην το παίρνουμε τοις μετρητοίς αυτό, ήθελα κάνα εικοσάλεπτο πάλης - γυρνούσε ανάσκελα , στριφογύρναγε, ζοριζότανε και σαν άλλος Χουντίνι κατάφερνε και τα ‘βγαζε σε δυο λεπτά.
«Βρε, εσύ δεν κρύωνες; Τι το ‘βγαλες;».
«Γουφ!» μου έλεγε και τράβαγε το πάπλωμα από το κρεβάτι για να το σέρνει σε όλα τα δωμάτια.
Τώρα που σφίξανε τα κρέατα, το κρατάει το ζιπουνάκι λίγο παραπάνω. Να του το κολλήσω με UHU δεν παίζει.
Με το καλοριφέρ όμως, κάτι κάναμε.
Έπαιρνε το σκαφάκι του, πήγαινε δίπλα κολλητός και «φρυγάνιζε» το κεφάλι του πάνω στο μέταλλο.
Έκανα να τον χαϊδέψω και ζεμάταγε σαν να βγήκε από τοστιέρα.
Φέτος, δεν ξέρω τι να του πω.
Με κοιτάει με βλέμμα «εγώ είχα κάνει κράτηση σε 5άστερο κι εδώ έχουμε γίνει το χάνι της Γραβιάς.
Συμμορφώσου, γιατί κι η υπομονή έχει τα όριά της!».
Και πηγαίνει προς το φούρνο.
Κάθεται μπροστά στο γυαλί. Παλιά προσκυνούσε προσευχόμενος να γίνει το θαύμα, ώστε να αρπάξει μόνος του το φαγητό, να το καταβροχθίσει.
Τώρα και προσκυνάει και κολλάει πάνω του. Για να ανοίξεις να βγάλεις το ταψί, πρέπει να υπάρχει δίπλα σου φρουρός. Να απωθεί το σκύλο απ’ το φαΐ και να φροντίζει για να κλείσει η πόρτα εγκαίρως, μην κάνει σάλτο μορτάλε κι άντε να πείσω τα κανάλια πως δεν ανήκω στη σπείρα που τρώει αδέσποτα.
Δεν ξέρω πώς θα τη διαχειριστεί την κρίση, αλλά αν ο χειμώνας γίνει πιο βαρύς, προβλέπω να γυρίζω καμιά μέρα σπίτι και να βρίσκω το σκύλο με μάλλινη ρόμπα και την πατούσα στο χάρτη να μου δείχνει Ισημερινό.
Τίνα Βάμβουρα
eyedoll.gr
0 σχόλια:
Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.