Αν ψάξεις στο λεξικό, η λέξη φιλόζωος έχει δύο έννοιες: η μια είναι
αυτός που αγαπά τα ζώα κι η άλλη είναι εκείνος που αγαπά υπερβολικά τη
ζωή του, ο μικρόψυχος. Στη ζωή μου έχω συναντήσει πολλούς φιλόζωους και
θα ήθελα να σας συστήσω κάποιους από αυτούς.
Ο κύριος Χ. είναι ένας ευυπόληπτος πολίτης προαστίου Αθηνών, πολιτικός μηχανικός. Τα απογεύματα αρέσκεται στο να συνοδεύει τον αρσενικό μεγαλόσωμο σκύλο του στην απογευματινή του βόλτα. Την πρωινή, την έχει αναλάβει η οικιακή βοηθός. Περπατά με το σκύλο του για πολλή ώρα, πηγαίνουν έναν μεγάλο, ήρεμο περίπατο. Ο αρσενικός σκύλος όμως, αναλόγως την εποχή, έχει κι αυτός τις ανάγκες και τις ορμές του! Ο κύριος Χ. λοιπόν, ως καλό αφεντικό, φροντίζει να εκτονώνεται ο σκύλος του με αδέσποτες σκυλίτσες που περιδιαβαίνουν τη γειτονιά. “Και πολύς τους πέφτει ο σκύλαρός μου!”, μοιάζει να σκέφτεται ο κύριος Χ. την ώρα που καμαρώνει τον επιβήτορα του... Πόσα αδέσποτα κουτάβια έχει σπείρει άραγε αυτός ο εξαιρετικός επιβήτορας; Πόσα από αυτά άραγε πατήθηκαν από αυτοκίνητα, πόσα δηλητηριάστηκαν από απάνθρωπους, πόσα πέθαναν από το κρύο και την πείνα και πόσα άραγε έζησαν αρκετά για να αναπαράγουν με τη σειρά τους άλλα κουτάβια με την ίδια μοίρα των προηγούμενων;
Η κυρία Β. έχει ήδη δημιουργήσει μια αξιοζήλευτη οικογένεια. Έχει ένα σύζυγο, τον Περικλή, που την αγαπά πολύ και δύο παιδάκια που πάντα ονειρευόταν. Τον τελευταίο καιρό, την οικογενειακή τους γαλήνη διαταράσσει η επίμονη παράκληση των παιδιών να πάρουν ένα σκύλο. Η κυρία Β. δεν μπορεί να μείνει πλέον αδιάφορη στη βούληση των μικρών, καθώς όλοι οι οικογενειακοί τους φίλοι έχουν κι από έναν πιστό σύντροφο. Έτσι, η κυρία Β. κάνει διερευνητικές ερωτήσεις σε όλα τα παιδικά πάρτι, τους παιδότοπους και τις κούνιες που συναντά άλλους γονείς. “Μα να το έχω μέσα στο σπίτι το σκυλί; Δεν θα μαδάει; Απαπα, δεν μπορώ να γεμίζει ο κόσμος τρίχες! Και θα πιάνει πολύ χώρο; Και πού θα κοιμάται, πού θα κάνει την ανάγκη του;” Στο πάρκο όπου βρίσκονται αυτή τη στιγμή οικογενειακώς τριγυρνούν δύο αδέσποτα. Το ένα από αυτά μυρίζει στον αέρα τα ψημένα τοστ που περιμένουν -αχνιστά ακόμη- στο τραπέζι τα δύο παιδιά να γυρίσουν από το παιχνίδι. Η μυρωδιά το τραβά σαν μαγνήτης κι εκείνο, με υψωμένη την υγρή του μύτη και κουνώντας την ουρά, πλησιάζει στο τραπέζι από τη μεριά της κυρίας Β. Όταν πια έχει φτάσει σε απόσταση αναπνοής, γίνεται αντιληπτό από την κυρία. “Αααα! Φωνάξτε τον υπεύθυνο! Πώς επιτρέπεται στα κοπρόσκυλα να μπαίνουν στο χώρο που παίζουν παιδιά; Ουστ, ουστ από 'δω! Περικλή, κάνε κάτι, διώξ' το !
Ο κύριος Γ. ήταν πάντα λάτρης των μεγαλόσωμων σκύλων με όρθια αυτιά, με ιδιαίτερη αδυναμία στα λυκόσκυλα! Επηρεασμένος από αστυνομικές σειρές και ταινίες περιπέτειας, ήξερε πως οι συγκεκριμένοι σκύλοι γίνονταν και πολλοί καλοί φύλακες! Έτσι, ο Γ. αποφάσισε ν' αποκτήσει ένα τέτοιο σκύλο. “Έχω ευρύχωρη αυλή και θα φυλάει και την πολυκατοικία”, σκεφτόταν ικανοποιημένος με την απόφασή του ν' αγοράσει σκύλο. Ο Ρεξ ήταν λοιπόν το καμάρι του! Ολόρθα αυτιά υψώνονταν στην κορυφή τού κεφαλιού του και ο Γ. νόμιζε πως ο σκύλος του ήταν πολύ επιβλητικός! Και ήταν. Αλλά τα όρθια αυτιά και το αστυνομικό όνομα δεν μπορούσαν να κρύψουν το τρυφερό του βλέμμα και την ουρά που κουνιόταν πέρα δώθε από την απέραντη χαρά που ένιωθε το σκυλί όταν έβλεπε κάποιον. Και γάβγιζε ο Ρεξ, πάρα πολύ! Μόνο από χαρά όμως...Όσο ξύλο κι αν είχε φάει για να γίνει άγριος, όσα χτυπήματα κι αν είχε δεχτεί, εκείνος συνέχιζε να κουνά την ουρά όταν έβλεπε κόσμο... “Άχρηστο ζώο! Τόσα λεφτά ξόδεψα για σένα, για να σ' αγοράσω, για να σ' εκπαιδεύσω, να σε ταΐζω τόσο καιρό! Φύγε από 'δω, ξεκουμπίσου!” Τον Ρεξ δεν τον πόνεσε μόνο η κλωτσιά στα πλευρά, αλλά και το κλείσιμο τής αυλόπρτας στο τρυφερό του βλέμμα... “Έλα Ρεξ, θα πάμε σπίτι τώρα”, άκουσε τη γνώριμη φωνή τής Μαρίας τής γειτόνισσας. Κι ο Ρεξ έγινε βασιλιάς στον καναπέ της Μαρίας, στην καρδιά και στην αγκαλιά της. Και γρύλιζε απειλητικά κάθε φορά που άκουγε ύποπτο θόρυβο στο σπίτι...
Ο κύριος Χ. είναι ένας ευυπόληπτος πολίτης προαστίου Αθηνών, πολιτικός μηχανικός. Τα απογεύματα αρέσκεται στο να συνοδεύει τον αρσενικό μεγαλόσωμο σκύλο του στην απογευματινή του βόλτα. Την πρωινή, την έχει αναλάβει η οικιακή βοηθός. Περπατά με το σκύλο του για πολλή ώρα, πηγαίνουν έναν μεγάλο, ήρεμο περίπατο. Ο αρσενικός σκύλος όμως, αναλόγως την εποχή, έχει κι αυτός τις ανάγκες και τις ορμές του! Ο κύριος Χ. λοιπόν, ως καλό αφεντικό, φροντίζει να εκτονώνεται ο σκύλος του με αδέσποτες σκυλίτσες που περιδιαβαίνουν τη γειτονιά. “Και πολύς τους πέφτει ο σκύλαρός μου!”, μοιάζει να σκέφτεται ο κύριος Χ. την ώρα που καμαρώνει τον επιβήτορα του... Πόσα αδέσποτα κουτάβια έχει σπείρει άραγε αυτός ο εξαιρετικός επιβήτορας; Πόσα από αυτά άραγε πατήθηκαν από αυτοκίνητα, πόσα δηλητηριάστηκαν από απάνθρωπους, πόσα πέθαναν από το κρύο και την πείνα και πόσα άραγε έζησαν αρκετά για να αναπαράγουν με τη σειρά τους άλλα κουτάβια με την ίδια μοίρα των προηγούμενων;
Η κυρία Β. έχει ήδη δημιουργήσει μια αξιοζήλευτη οικογένεια. Έχει ένα σύζυγο, τον Περικλή, που την αγαπά πολύ και δύο παιδάκια που πάντα ονειρευόταν. Τον τελευταίο καιρό, την οικογενειακή τους γαλήνη διαταράσσει η επίμονη παράκληση των παιδιών να πάρουν ένα σκύλο. Η κυρία Β. δεν μπορεί να μείνει πλέον αδιάφορη στη βούληση των μικρών, καθώς όλοι οι οικογενειακοί τους φίλοι έχουν κι από έναν πιστό σύντροφο. Έτσι, η κυρία Β. κάνει διερευνητικές ερωτήσεις σε όλα τα παιδικά πάρτι, τους παιδότοπους και τις κούνιες που συναντά άλλους γονείς. “Μα να το έχω μέσα στο σπίτι το σκυλί; Δεν θα μαδάει; Απαπα, δεν μπορώ να γεμίζει ο κόσμος τρίχες! Και θα πιάνει πολύ χώρο; Και πού θα κοιμάται, πού θα κάνει την ανάγκη του;” Στο πάρκο όπου βρίσκονται αυτή τη στιγμή οικογενειακώς τριγυρνούν δύο αδέσποτα. Το ένα από αυτά μυρίζει στον αέρα τα ψημένα τοστ που περιμένουν -αχνιστά ακόμη- στο τραπέζι τα δύο παιδιά να γυρίσουν από το παιχνίδι. Η μυρωδιά το τραβά σαν μαγνήτης κι εκείνο, με υψωμένη την υγρή του μύτη και κουνώντας την ουρά, πλησιάζει στο τραπέζι από τη μεριά της κυρίας Β. Όταν πια έχει φτάσει σε απόσταση αναπνοής, γίνεται αντιληπτό από την κυρία. “Αααα! Φωνάξτε τον υπεύθυνο! Πώς επιτρέπεται στα κοπρόσκυλα να μπαίνουν στο χώρο που παίζουν παιδιά; Ουστ, ουστ από 'δω! Περικλή, κάνε κάτι, διώξ' το !
Ο κύριος Γ. ήταν πάντα λάτρης των μεγαλόσωμων σκύλων με όρθια αυτιά, με ιδιαίτερη αδυναμία στα λυκόσκυλα! Επηρεασμένος από αστυνομικές σειρές και ταινίες περιπέτειας, ήξερε πως οι συγκεκριμένοι σκύλοι γίνονταν και πολλοί καλοί φύλακες! Έτσι, ο Γ. αποφάσισε ν' αποκτήσει ένα τέτοιο σκύλο. “Έχω ευρύχωρη αυλή και θα φυλάει και την πολυκατοικία”, σκεφτόταν ικανοποιημένος με την απόφασή του ν' αγοράσει σκύλο. Ο Ρεξ ήταν λοιπόν το καμάρι του! Ολόρθα αυτιά υψώνονταν στην κορυφή τού κεφαλιού του και ο Γ. νόμιζε πως ο σκύλος του ήταν πολύ επιβλητικός! Και ήταν. Αλλά τα όρθια αυτιά και το αστυνομικό όνομα δεν μπορούσαν να κρύψουν το τρυφερό του βλέμμα και την ουρά που κουνιόταν πέρα δώθε από την απέραντη χαρά που ένιωθε το σκυλί όταν έβλεπε κάποιον. Και γάβγιζε ο Ρεξ, πάρα πολύ! Μόνο από χαρά όμως...Όσο ξύλο κι αν είχε φάει για να γίνει άγριος, όσα χτυπήματα κι αν είχε δεχτεί, εκείνος συνέχιζε να κουνά την ουρά όταν έβλεπε κόσμο... “Άχρηστο ζώο! Τόσα λεφτά ξόδεψα για σένα, για να σ' αγοράσω, για να σ' εκπαιδεύσω, να σε ταΐζω τόσο καιρό! Φύγε από 'δω, ξεκουμπίσου!” Τον Ρεξ δεν τον πόνεσε μόνο η κλωτσιά στα πλευρά, αλλά και το κλείσιμο τής αυλόπρτας στο τρυφερό του βλέμμα... “Έλα Ρεξ, θα πάμε σπίτι τώρα”, άκουσε τη γνώριμη φωνή τής Μαρίας τής γειτόνισσας. Κι ο Ρεξ έγινε βασιλιάς στον καναπέ της Μαρίας, στην καρδιά και στην αγκαλιά της. Και γρύλιζε απειλητικά κάθε φορά που άκουγε ύποπτο θόρυβο στο σπίτι...
Η Δέσποινα κι ο Μίλτος δεν έχουν δικά τους σκυλιά, ούτε γατιά. Για την
ακρίβεια δεν έχουν κανένα άλλο ζωντανό εκτός ο ένας τον άλλον. Η
Δέσποινα κι ο Μίλτος κάθε βράδυ κάνουν μια μεγάλη βόλτα με το
αυτοκίνητο. Σταματούν κοντά στους κάδους της γειτονιάς, κατεβαίνουν από
το αμάξι κι ανοίγουν το πορτμπαγκάζ. Ξαφνικά ο χώρος γύρω τους γεμίζει
από τετράποδους φίλους! “Πού είστε βρε μπαγάσηδες; Σιγά! Σιγά! Όλοι θα
πάρετε και χάδι και φαγητό!” Οι βραδινές αυτές βόλτες τού ζευγαριού
άρχισαν πριν δύο χρόνια. Τότε είχαν βρει πιο πέρα από το σπίτι τους μια
σκυλίτσα που μόλις είχε γεννήσει. Την τάιζαν καθημερινά κι εκείνη
περίμενε κάθε βράδυ την ίδια ώρα το φαγητό, το γλυκόλογο και το χάδι
της. Τα παιδιά δεν μπορούσαν να την κρατήσουν γιατί οι πολυκατοικία στην
οποία έμεναν απαγόρευε ρητά τα κατοικίδια! Δυστυχώς, στον κανονισμό δεν
υπήρχε κάποιος ειδικός όρος για τα δίποδα ζώα... Έτσι, άρχισε η
μεταμεσονύχτια περιοδεία του ζευγαριού. Στην αρχή περιορίζονταν στα δύο
γειτονικά τετράγωνα, συνέχισαν στα τέσσερα και δύο χρόνια μετά γυρίζουν
όλη την περιοχή! Έχουν πολλούς τετράποδους φίλους και λίγους δίποδους.
Αρκεί που έχουν ο ένας τον άλλον...
Η Ρούλα κι ο Παύλος διατηρούν Pet Shop. Το μαγαζί τους δεν είναι πρώτο από εμφάνιση, αλλά είναι το καλύτερο από περιεχόμενο ανθρώπων. Επίσης, είναι γεμάτο από ζώα! Και μέσα και έξω από το μαγαζί! Στο συγκεκριμένο Pet Shop δεν πωλούνται όμως ζώα. Και οι δύο πιστεύουν πως δεν μπορείς να εμπορεύεσαι ψυχές! Όλα τα ζώα είναι δικά τους, απαριθμούν γύρω στα 60! Κάποια τα βρήκαν οι ίδιοι, κάποια τους βρήκαν αυτά, κάποια άλλα τους τα παράτησαν στο μαγαζί, αφού δεν ήρθαν ποτέ να τα πάρουν μετά από τον καλλωπισμό... Οι πελάτες τους είναι οι πιο καλοί τους φίλοι! Πας για να ψωνίσεις κάτι και κάθεσαι τουλάχιστον μισή ώρα μέχρι να πεις τα σκυλό- και γατό-νέα σου! Αν τύχει και περάσει ζωάκι έξω από το μαγαζί, η κουβέντα θα σταματήσει κι ο Παύλος ή η Ρούλα θα τρέξουν να βάλουν φαγητό και νερό στο περαστικό τετράποδο. Τελικά, ίσως γίνει και μόνιμο. Έχουν πολλές ιστορίες να σου πουν, οι περισσότερες δυσάρεστες, για εγκαταλελειμμένα ζώα, για κατοικίδια που αρρώστησαν κι οι ιδιοκτήτες τους τα παράτησαν χωρίς δισταγμό και δεύτερη σκέψη, για φιλόζωες κυρίες και κυρίους που ψάχνουν κατοικίδιο να ταιριάζει με το ύφος της διακόσμησης τού σπιτιού τους, για κτηνιάτρους που ψάχνουν καθαρόαιμα ζώα σε τιμή ευκαιρίας έως 100€ για να τα μοσχοπουλήσουν σε πελάτες που τους τα ζήτησαν, και άλλα πολλά... Το βλέμμα της Ρούλας καρφώνεται ξαφνικά έξω από τη τζαμαρία. “Παύλο, να' το πάλι, πέμπτη μέρα που έρχεται το σκυλάκι. Το βλέπεις που είναι χτυπημένο και κουτσαίνει; Τί να κάνουμε;”, ρωτά το σύζυγό της σαν να ξέρει ήδη την απάντηση. “Ε, τί να κάνουμε βρε Ρούλα; Φέρ'το μέσα το σκυλί, να φάει τουλάχιστον τώρα και το απόγευμα το πετάγομαι εγώ στο κτηνιατρείο.” Κάτι μου λέει πως μόλις απέκτησαν το 61ο μέλος τής οικογένειάς τους...
Αυτό που τελικά που διαχωρίζει το φιλόζωο με την πρώτη έννοια από το φιλόζωο με τη δεύτερη έννοια, είναι το πόσο χώρο έχει στην καρδιά του... Δεν έχει σχέση ούτε με την καταγωγή, ούτε με τη μόρφωση, ούτε με την κοινωνική υπόσταση. Αν το μυαλό σου κι η καρδιά σου είναι αρκετά ανοιχτά για να βγεις από το μικρόκοσμό σου, όλα στη ζωή μοιάζουν ελάχιστα πιο ουσιαστικά. Η ταπεινή μου άποψη είναι πως αν κάποιος δεν αγαπά ένα τόσο άδολο πλάσμα όσο ένα ζώο, δεν μπορεί ν'αγαπά ούτε τους ανθρώπους. Κι ας προσπαθεί να σας πείσει για το αντίθετο...
ΔΗΛΕΣΙΩΤΙΚΑ ΑΔΕΣΠΟΤΑΚΙΑ
world-look.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.