Γαβ-μομπίλ!
Σταματημένη στο φανάρι προχθές, γυρίζω το κεφάλι και τι βλέπω;
Πίτμπουλ καθισμένο σε βέσπα ανάμεσα στα πόδια του οδηγού, έχει γυρίσει τη μουσούδα του στο παράθυρό μου και μυρίζει.
Η πρώτη σκέψη ήταν φυσικά πως με βάρεσε κατακέφαλα η πολλή ενασχόληση με τα φιλοζωικά κι έχω οφθαλμαπάτες.
Κι όμως, ήταν πραγματικότητα. Ένας αρχοντομουσούδαρος, ήρεμος και καμαρωτός, περίμενε με τον κηδεμόνα του να ανάψει πράσινο.
Το οποίο και άναψε, αυτοί γκάζωσαν κι εγώ έμεινα να κοιτάω κολλημένη, μέχρι που ένας κύριος από πίσω με επανέφερε «γλυκά» στην πραγματικότητα: «Άντε κυρά μου, το νεαρό χαλβαδιάζεις;».
Τι του λες τώρα; Ανάποδα να με γυρίσουνε, δε θυμάμαι καν πώς ήταν ο άνθρωπος που επέβαινε στη βέσπα. Νέος, γέρος, Ευρωπαίος, Ινδιάνος, δεν είδα. Αλλά θυμάμαι πεντακάθαρα το καφετολουκανελομπορδοροδοκόκκινο του σκύλου.
Εγώ, αν το ‘χα κάνει αυτό με τον δικό μου, θα ‘χαμε σκοτωθεί στα πέντε πρώτα μέτρα.
Πρώτον, επειδή δεν ξέρω από βέσπα, αλλά και να ΄ξερα, ο Χουάν έχει δική του προσωπικότητα και δεν ανέχεται άλλον στο τιμόνι.
Για να τον πάμε κάπου με το αυτοκίνητο, χρειάζεται να έχουμε πιει έξι κασόνια Lucozade, να πάρουμε δυνάμεις για το δρόμο.
Με το που δει πόρτα αυτοκινήτου να ανοίγει, ασχέτως αν είναι δικό μας ή όχι, ορμάει μέσα, στη θέση του οδηγού και βάζει τα μπροστινά ποδαράκια στο τιμόνι.
Ο Μασίστας κι ο Κουταλιανός, δε θα μπορούσαν να τον ξεγαντζώσουνε.
Έτσι με έκανε ρεζίλι όταν του φορούσα το λουράκι που ανοίγει μόνο του. Είχα πιάσει την πάρλα στο πεζοδρόμιο, παρκάρει ένας χριστιανός πιο κει και με το που ανοίγει την πόρτα, βρίσκεται με τον Χουάν στην αγκαλιά, έτοιμο σε θέση μάχης.
Ευτυχώς που ήταν καλός άνθρωπος, με χιούμορ, ζωοφιλικά αισθήματα και ουχί αλλεργικός. Δεν μπορούσε καν να μιλήσει από τα γέλια. Είδαμε και πάθαμε για να απομακρύνουμε τον ιππότη της ασφάλτου από το τιμόνι του, να πάει κι αυτός στη δουλειά του.
Από τότε, είμαι σε επαγρύπνηση, μη μου κάνει κι άλλο τέτοιο χουνέρι.
Συνεχίζει πάντως τις προσπάθειες και δεν πτοείται από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες.
Εννοείται λοιπόν πως και στο δικό μας αυτοκίνητο, μπροστά θέλει να κάτσει.
Λογικά επιχειρήματα τύπου «Τα παιδάκια κάθονται πάντα πίσω» τον αφήνουν παγερά αδιάφορο.
Ευτυχώς ψυχαγωγούνται οι γείτονες και οι περαστικοί, δεν τη λέμε τζάμπα την ατάκα.
Πίσω λοιπόν, πρέπει να κάτσω εγώ απαραιτήτως με τον Χουάν αγκαλιά, κεφαλοκλειδωμένο.
Σε όλη τη διαδρομή, εξασκούμαστε σε λαβές, που στο παγκράτιο είναι άγνωστες ακόμα, καθώς δεν έχουμε καταφέρει να τις βιντεοσκοπήσουμε.
Πράσινοι θα γίνονταν από τη ζήλια τους οι πρωταθλητές πάλης, ο Χουάν νικάει τους πάντες. Είναι χέλι και ξεγλιστράει.
Δε θέλω ερωτήσεις όπως «Γιατί δεν τον βάζεις σε κλουβί μεταφοράς;».
Το κάναμε κι αυτό. Η σειρήνα του Χουάν ξεπερνάει σε ντεσιμπέλ κατά πολύ, τις σειρήνες έξι πυροσβεστικών, οκτώ ασθενοφόρων και δέκα περιπολικών. Διαμαρτύρεται ασταμάτητα και στη διαπασών, για όσες ώρες οδηγείς και δε βραχνιάζει, ούτε κουράζεται.
Ενώ με μένα στο πίσω κάθισμα να τον παλεύω, έχουμε ελπίδες τη μισή τουλάχιστον διαδρομή, να τη βγάλει ο οδηγός με την καυτή ανάσα του Χουάν στον αυχένα και ένα σχετικά ελαφρύ μυξόκλαμα.
Όσοι παραπονιέστε ακόμα πως την ώρα που οδηγείτε οι μάνες σας ή οι σύντροφοι σας, σάς κάνουν συνεχώς υποδείξεις και παρατηρήσεις, μπορείτε να έρθετε για μια διαδρομή με τον Χουάν.
Αρκεί να μου υποσχεθείτε πως δε θα ανοίξετε την πόρτα εν κινήσει, να πέσετε στις ρόδες της πρώτης διερχόμενης νταλίκας για να γλιτώσετε.
Ποιο τρενάκι του τρόμου και κουραφέξαλα;
Το Χουάν-μομπίλ να ‘ναι καλά και στα τεστ κοπώσεως, τα δυο στα δυο, δώρο.
Τίνα Βάμβουρα
0 σχόλια:
Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.