Λίγο πριν πεθάνω φονιά μου.. (Γιατί;;)


Έκανε κρύο εκείνη τη νύχτα.. 

Νόμιζα ότι θα μας πήγαινε βόλτα. Νόμιζα ότι ήθελε να μας πάει βόλτα... 

Τον ακολουθήσαμε σιωπηλοί.

Ίσως να ήμασταν και χαρούμενοι. Ίσως και να χαμογελούσαμε κρυφά. 

Απομακρυνθήκαμε από το χωριό μέχρι που κανένα φως δε  φαινόταν πια. 

Δεν με ένοιαζε. Δεν φοβήθηκα στιγμή. 

Μας πήγαινε βόλτα και ήταν τόσο ωραία!!! Τον κοίταξα και εκείνη τη στιγμή του τα συγχώρεσα όλα. 

Δεν θυμόμουν τίποτα από τα παλιά πια. Δε με ένοιαζε.. Φτάνει που ήμουν μαζί του. 

Κοίταξα τον "αδερφό" μου και κατάλαβα ότι σκεφτόμασταν τα ίδια ακριβώς πράγματα! Αναστενάξαμε μαζί ευχαριστημένοι. Επιτέλους, ήμασταν χαρούμενοι..

Κάποια στιγμή αυτός σταμάτησε να περπατάει. Στάθηκε και κοίταξε γύρω του. Μάλλον σκεφτόταν που αλλού θα πηγαίναμε γιατί πολλή ώρα κοιτούσε ολόγυρα. Κάτι έψαχνε. 

Δεν καταλαβαίναμε τι. Δεν μας ένοιαζε.. 

Εμείς ήμασταν χαρούμενοι και θα ήμασταν για λίγα λεπτά ακόμα. 

Ξαφνικά και χωρίς να το καταλάβουμε, από τη μια στιγμή στην άλλη, τα δυνατά του χέρια μας άρπαξαν από το λαιμό. Μας σήκωσε ψηλά και τα πόδια μας δεν πατούσαν κάτω πια. Πόσο τρόμαξα! 

Κοίταξα τον "αδερφό" μου και άκουγα την καρδιά του να χτυπάει τόσο δυνατά που νόμιζα ότι θα σπάσει και με τον ήχο της θα ξυπνήσει όλο το χωριό! 

Μας κρέμασε από τα κολάρα που φορούσαμε σε κάτι ψηλούς πασάλους. Δεν πατούσαμε τα πόδια μας στη γη. Αρχίσαμε να τρανταζόμαστε δυνατά. Να ουρλιάζουμε από την τρομάρα που μας κυρίευσε! 

Αυτός γύρισε την πλάτη του και άρχισε να απομακρύνεται. 

Δεν άκουγε τα ουρλιαχτά μας. Δεν άκουγε τον πόνο μας. Δεν νοιάστηκε για τον φόβο μας. Σε λίγο δεν ακούγονταν τα βήματα του. 

Μόνο την καρδιά μου άκουγα τώρα πια. Μόνο την καρδιά μου και το κλάμμα του "αδερφού" μου.. Ένα βουβό απελπισμένο κλάμμα. 

Ήξερα ότι θα πεθάνουμε. 

Ήταν τόσος ο πόνος μας που παρακαλούσα να πεθάνουμε γρήγορα. Παρακαλούσα να ελευθερωθούμε από το φόβο μας!

Μείναμε τόσες ώρες εκεί πάνω χωρίς να μας ακούσει κανείς. 

Ξημέρωσε. 

Ξημέρωσε και όμως εμείς ακόμα παλεύαμε να πεθάνουμε. 

Όμως ο θάνατος δεν ερχόταν. Εμείς παρακαλούσαμε αλλά εκείνος δεν άκουγε τίποτα, ήταν τόσο δυνατός ο χτύπος της καρδιάς μας που τον μπέρδευε και δεν μας έβλεπε! 

Πέρασαν κι άλλες ώρες. Πολλές. Πόσες δεν ξέρω. Ζαλίστηκα, κόπηκε η ανάσα μου. Δεν έβλεπα τίποτα πια

Ο "αδερφός" μου είχε ηρεμήσει. Δεν φοβόταν πια. 

Έκλεισα τα μάτια μου και παρακάλεσα να μην έρθει κι άλλο πρωί. Να μην ξημερώσει πια για μένα.. 

Κάποιον είδα και χαμογέλασε. Χαμογέλασα τότε κι εγώ..  και δεν πονούσα..



   Φιλοζωικός Κόσμος Ρεθύμνου 


Το κείμενο αυτό γράφτηκε για τον φονιά του Ατσιπόπουλο (Ρέθύμνο) με ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ;;

0 σχόλια:

Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.

Copyright © 2013 DogWorld