Το κυνηγητό της ανθρωπιάς από τους ''κοπρίτες''..

Γεννήθηκα σε μια οικοδομή και με απέσπασαν οι εργάτες απ' τη μάνα μου. Εκείνη πέθανε από ψώρα κι είχε γεννήσει μαζί με μένα πέντε ακόμα. Αλλού εγώ, αλλού εκείνα. Έζησα χάρις σ' ένα Καλό χεράκι που θυμάμαι έφερνε κάτι να φάω, μην πεθάνω σ' ένα δρόμο παρακάτω. 
 
Στάθηκα στα πόδια μου τρέχοντας εδώ κι εκεί, δρόμος παντού, πείνα πολλή, όλα τα Κακά και Άσχημα πολύ. Είχα όμως κάπως μεγαλώσει κι αναγκάστηκα να μπω σε συμμορίες μήπως και τη βγάλω.
 
Έψαχνα πατέρα-αρχηγό και τέτοιους βρίσκεις σε αγέλες-συμμορίες. Τον βρήκα κι ήταν ζόρικος. 

Έφαγα σφαλιάρες πολλές, μετά μου έτρωγε τα ψίχουλα, μετά έγιναν κι άλλα κουτάβια γιατί έτσι μεγαλώνει η συμμορία. Χάσαμε τα περισσότερα από πείνα, δίψα, αρρώστιες, αυτοκίνητα.
 
Κατάφερα και την έβγαλα κάνα χρόνο. Η συμμορία κινήθηκε ανατολικά. Έμαθα κόλπα απ' τον «μεγάλο», αν κι είχε γεράσει. Ληστείες στα σκουπίδια, καταλήψεις σε αφετηρίες τρένων τις νύχτες, στενό κλοιό για επαιτεία δίπλα σε κάθε δίποδο περαστικό. Για μια μπουκιά, μια ματιά, κάνα χαδάκι. 

Κυνηγητό της ανθρωπιάς από κοπρίτες. Τις νύχτες καταλήγαμε να κοιμόμαστε σε τρένα που ξαποσταίνανε στους σταθμούς. Νωρίς το πρωί έκοβε η πείνα και οι φαντάροι με λίγη τυρόπιττα οι καλύτεροι φίλοι μας. Καλά παιδάκια.
 
Πιάσαμε Δήλεσι. Στο μεταξύ άρχισα να τρώγομαι πολύ. Με έτρωγε το σώμα μου πιο πολύ κι απ' την πείνα. Ξυνόμουνα σαν τρελό και γινόμουνα τόσο άσχημο που το έβλεπα κι εγώ στις λακκούβες με το νερό που αντανακλούσε η μουσούδα το θρίλερ. Είχα γίνει τόσο χάλια που ο «μεγάλος» με είπε «μούμια». Διαβασμένος!
 
Μετά δεν είχα τρίχωμα καθόλου και η γούνα μου χάθηκε. Οι άλλοι της συμμορίας είχανε. Η αγέλη με σιχάθηκε και πήρε δρόμο. Έμεινα πάλι μόνο μου. Βρήκα μια βάρκα για τις νύχτες, μετά μια γωνιά βρεγμένη, μετά οικοδομή ξανά. Οι εργάτες με πέταξαν με φτυάρια.
 
Μια Κυριακή που κάνουν βόλτες οι άνθρωποι κι εμείς κυνηγάμε την ανθρωπιά τους, σταμάτησε στην παραλία που έψαχνα τυρόπιτες ένα αυτοκίνητο. Βγήκαν δύο Καλές γιατί με πλησίασαν. Στην αρχή έτρεξα να φύγω, μετά γύρισα και κυλίστηκα στα πόδια τους. Με πονούσαν οι πληγές στην πλάτη κι εκείνες μίλησαν. Μετά με βάλανε στο αυτοκίνητο και με πήγαν κάπου αλλού. Εκεί όπου όλα ήταν άσπρα.
 
Πόρτες, τοίχοι, άνθρωποι, ρούχα, χέρια. Μιλούσαν και φοβόμουνα. Μετά οι πληγές είχαν την τιμητική τους και όλα τα άσπρα πέσανε πάνω τους. Μετά ένιωσα καλύτερα με τους πόνους μου και μετά μπήκα σε ένα μέρος κλειστό και οι Καλές και οι Άσπροι απ' έξω μου μιλούσαν με το καλό. Άρχισα να μη φοβάμαι και να έχω κάτι πάνω απ' το κεφάλι μου γιατί τη βροχή την άκουγα αλλά δε βρεχόμουνα και ο αέρας φυσούσε αλλά εγώ δεν κρύωνα. Στο μεταξύ όλο και λιγότερο τρωγόμουνα με το σώμα μου.
 
Μήνες μετά και αφού πολλοί Καλοί και Καλές μπαινοβγαίνανε στο «κλουβάκι» εκείνο, άρχισα και να τιτιβίζω. Γαύγιζα από χαρά που δεν τρωγόμουνα με το σώμα μου, δεν είχα πληγές και έβγαλα γούνα πάλι. Οι Καλές και οι Καλοί να δεις χαρά!
 
Μετά ήρθε η μεγάλη μέρα. Εγώ από «μούμια» έγινα σκύλος κι από «κλουβί» με πήγαν κάπου αλλού. 

Μια πολύ Καλή ήρθε και με πήρε. Στο σπίτι μας. Γιατί έγινε και δικό μου μάλλον αφού με τραβάει φωτογραφίες εγώ με τη γούνα μου μαζί της κι εκείνη με την αγάπη της μαζί μου.
 
Μετά με ξαναπήγε στους Άσπρους. Κοιμήθηκα και κάτι μου έκαναν που δεν ξέρω. Ξέρω ότι παιδιά δεν κάνω πια και δεν χρειάζεται γιατί το σπίτι είναι μικρό και αρκετά έκανα που ποιος ξέρει πού είναι, αν είναι κάπου. Μετά με ξαναπήγε στους Άσπρους και εκείνοι είπαν πως αυτό που είχα από τη μάνα μου και τρωγόμουνα έφυγε και θα έχω μόνο γούνα πια και δεν θα είμαι «μούμια».
 
Αναρωτιέμαι τι να κάνει η «συμμορία». Ζει ο «μεγάλος» ή την «έκανε» στο πιο ξένοιαστο. Οι άλλοι πώς να είναι; Λες να βρήκανε Καλές και Άσπρους; Μακάρι. Μπα! Αυτά δεν είναι εύκολα πράγματα σήμερα.
 
Εγώ τις νύχτες πια δίπλα στην Καλή έχω χρόνο να σκέπτομαι. Να φαντάζομαι κι ας λένε πως οι σκύλοι δε φαντάζονται. Να ελπίζω. Ότι οι άλλοι της συμμορίας μπορεί να γίνανε καλοί. Να κυνηγήσανε κάνα φαντάρο στους σταθμούς και να τους λυπήθηκε όπως η δικιά μου Καλή.
 
Άλλοτε πάλι σκέφτομαι πως το πιο σίγουρο είναι ότι ακολουθώντας ένα φανταράκι που τους έδωσε λίγη τυρόπιτα, μπορεί να βιαστήκανε να περάσουν τον άγριο δρόμο απέναντι να συνοδέψουν αυτό το 
 
Καλό Στρατιωτάκι και να μην πρόλαβαν.
 
Γιατί αυτή είναι η μοίρα ενός κοπράκου με συναισθήματα. Μπορεί να κυνηγάς την ανθρωπιά κι εκείνη να σε πιάσει, όπως εμένα. Μπορεί και να τελειώσεις με τα βάσανα της κοπροσύνης τρέχοντας στο δρόμο από ευγνωμοσύνη, για το χεράκι που σου 'δωσε την τελευταία δική του προσφορά και την τελευταία δική σου μπουκιά.


Σημείωση: Το κείμενο είναι αφιερωμένο στην Willy και δημοσιεύτηκε στην σελίδα filozoiki.gr με τίτλο '' Willy.Σκιαγραφώντας τη ζωή μου σαν αδέσποτο ''.
H Willy βρέθηκε αδέσποτη στο Δήλεσι, με προχωρημένη ψώρα και όψη μούμιας, από δύο φιλόζωες. Έμεινε στο νοσοκομείο της Φιλοζωικής στο Κορωπί από τις 30 Μαϊου έως τις 15 Οκτωβρίου 2011 και μετά από εντατική θεραπεία έγινε πλήρως καλά. Υιοθετήθηκε από την Α. Στεφανάκου και τώρα είναι υγιής και ευτυχισμένη. Ευχαριστούμε όσους βοήθησαν αυτό το σκυλάκι να ξεχάσει τα δεινά της αδέσποτης ζωής του.

Λιάνα Αλεξανδρή 
filozoiki.gr

1 σχόλιο:

Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.

Copyright © 2013 DogWorld