Σαν βγεις στον πηγαιμό για τον Λαλάκη


Καλοκαίριασε πια και όλη την ημέρα γονείς, παππούδες και παιδάκια, βρίσκονται στους δρόμους.

Εξαπλώνονται σαν μάστιγα που δεν περιορίζεται σε παιδικές χαρές, πάρκα και πλατείες, θέλουν και τους πεζοδρόμους για να αλλάζουν παραστάσεις και σε εμάς τους κηδεμόνες σκύλων, για να αλλάζουν τα φώτα.

Ελάχιστοι είναι οι σοβαροί, που δεν ενοχλούνται αν ένας σκύλος ή γάτα, πατάει την ίδια γη με το καμάρι τους.

Που δεν έχουν το φόβο -μέσα στο ανύπαρκτο μυαλό τους- πως ο αέρας που θα φυσήξει, θα πάρει από το ζωντανό όλες τις αρρώστιες υπαρκτές ή μη, δάκο, μουχρίτσα, περονόσπορο, μαζί και τις δέκα πληγές του Φαραώ και θα μολύνει το σπλάχνο τους, το μοσχοαναθρεμένο.

Που δεν θεωρούν πως όλα τα τετράποδα είναι αιμοβόρα και ψοφάνε για φρέσκια παιδική σάρκα και φυσικά, την τρυφερή του δικού τους βλασταριού, που είναι πιο νόστιμο από όλα τα άλλα παιδάκια.

«Τι το φέρατε εδώ το σκυλί; Για να αρρωστήσουν τα παιδιά μας;».

«Ξέρετε κανά σκύλο να έχει ανεμοβλογιά ή μαγουλάδες; Πώς δηλαδή θα σας τα κολλήσει τα παιδιά;».

«Με κάνα τσιμπούρι ίσως;».

«Τσιμπούρια δεν έχει ο δικός μου κι είναι και πεντακάθαρος. Δεν μπορώ βέβαια να πω το ίδιο και για το δικό σας, που είναι σίσκατο, μέσα στον ιδρώτα και το χώμα, που έχει γίνει λάσπη πάνω του. Και το έχετε να πατάει και με τα βρωμοπάπουτσα πάνω στο παγκάκι που θέλει να κάτσει κόσμος!».

«Δεν μπορείτε να το πάτε αλλού;».

«Μέσα στη λεωφόρο δε μπορώ, γιατί περνάνε τα αυτοκίνητα και δεν θα το εκτιμήσουν καθόλου όταν σταματήσω την κυκλοφορία για να αφοδεύσει ο σκύλος με την ησυχία του και μετά να μαζέψω τα κακά του, επίσης με την ησυχία μου. Σε όλα τα άλλα μέρη υπάρχουν παντού παιδιά με τους συνοδούς τους και φοβάμαι μην κολλήσω «κρίση» με αυτά που μου λένε κι αρχίζω να στολίζω εγώ λεκτικά μερικούς…».

Δεν είναι μόνο αυτό με τις απίστευτες προκαταλήψεις πως τα τετράποδα είναι φορείς ασθενειών.

Οι οποίες δεν ξέρω και πώς ρίζωσαν στον εγκέφαλό τους.

Χωριάτες, λένε μερικοί. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Οι χωριάτες μεγάλωναν στο ίδιο σπίτι με τα ζώα τους.

Την ίδια σκόνη για τις κοτόψειρες  έριχναν και στα πτηνά και στα παιδιά τους. Γενιές και γενιές μεγάλωσαν και τίποτα δεν έπαθαν. Τώρα ξαφνικά με τη μετακόμιση στα μεγάλα αστικά κέντρα, αποφάσισαν να αρρωστήσουν με σκυλίσιες ασθένειες; Ζήλεψαν τη μόρβα ή το καλαζάαρ;

Το αποδίδω απλώς στην κακία, είτε πάει πακέτο με την άγνοια, είτε όχι. Απλώς, δεν γουστάρουν τα άλλα ζώντα πλάσματα. Και τα παιδιά αν δεν τα ήθελαν για να διαιωνίσουν το είδος τους ή για να τους γεροκομήσουν, σιγά που θα τα έκαναν.

Αλλιώς, αν τα αγαπούσαν, δεν θα τους γέμιζαν το κεφάλι με αηδίες και δεν θα τους στερούσαν τη μοναδική εμπειρία τού να μεγαλώσουν και να παίξουν με ένα ζώο.

Δεν θα τα γέμιζαν φοβίες. Γιατί δεν είναι μόνο η αρρώστια κάποια από τις φοβίες. Είναι και οι φοβέρες που έχουν να κάνουν με τα ζώα.

Βαριέται για παράδειγμα η μανούλα να σηκωθεί να κυνηγήσει το γιόκαρο, πριν της πεταχτεί στα αυτοκίνητα, γιατί μιλάει με τη γειτόνισσα στο κινητό ή στέλνει sms ασταμάτητα, αναθεματίζοντας την ώρα που έχει κλείσει δίωρο στο πάρκο και ο μικρός δε λέει με τίποτα να κουραστεί και να μαζευτεί, μπας και πάνε σπίτι.

Ή, ο μπαμπάς που βρήκε λίγο την ευκαιρία να ξεκοκαλίσει την εφημερίδα χωρίς τη γυναίκα να τον ζαλίζει, πού να σηκώνεται τώρα κάθε τρεις και πέντε να μαζεύει το παιδί;

Για να μην πούμε για τη γιαγιά ή τον παππού που ψυχομαχάνε για να φτάσουν μέχρι το παγκάκι, ίσως έχουν και με μπαστούνι. Πού να βρουν τα κουράγια να φτάσουν τον άσπρο σίφουνα;

Οπότε, τι κάνουνε; Το παλιό «καλό» κόλπο…Στην αρχή είναι ο μπαμπούλας, ο αράπης, ο γύφτος ή όπως τέλος πάντων τον λένε, στο χωριό του καθενός.

«Μην πας πιο κει, θα σε φάει ο μπαμπούλας και τα λοιπά».

Μόνο που αυτός δεν «καθαρίζει» για πολλά χρόνια. Παιδί είναι, δεν είναι βλίτο, κάποια στιγμή την ψιλιάζεται πως μπαμπούλας δεν θα έρθει.

Τόσες φορές το απείλησες, του το ‘ταξες, πως αν πάει πιο κει θα έρθει ο αράπης, ο μαύρος, ο ταμ -ταμ -ταμ.

Και παρόλη τη ρατσιστική, ευρηματική ανάλυση, για το τι θα του κάνει όταν έρθει, αυτό πήγε πιο κει και πιο πέρα και κόντεψε να πέσει στις ρόδες του αυτοκινήτου, αλλά τίποτα σε σκουρόχρωμο βασανιστή δεν είδε.

Προσπάθησες και με το γύφτο. Καραμπόλα έγινε όταν βγήκε στο δρόμο την ώρα που απελπίστηκε, πως αν δεν κάνει κάτι φανταιζί, γύφτο δε βλέπει ούτε του χρόνου.

Και πάλι ο ρουφιάνος, δεν εμφανίστηκε...Ούτε ένας παλιατζής «παλιές καρέκλες, παλιά τραπέζια…» , ούτε καν ο «πατάτε Αργολίδος καλέ κερία, πατάτε γλύκισμα, πατάτε λέωωω…».
Άρα, κάτι άλλο έπρεπε να βρεις για να μη σε γράφει στα παλιά του κουβαδάκια.

Και βρήκες!...

«Μην πας πιο κει, η γατούλα θα σου βγάλει τα μάτια!».

Μήπως ρε φιλαράκι να πεις στη γατούλα να μου βγάλει εμένα τα αυτιά, να πάψω να ακούω τις μπούρδες σου; Άλλη όρεξη δεν είχε η γατούλα, να ασχολείται με ηλίθιους.

«Μην πας πιο κει, ο σκύλος θα σε φάει! Γουφ! Γουφ! Γουφ!. Να είδες; Αγρίεψε!».

Ρε τραγικέ, που ούτε λοβοτημένος δεν γίνεται τόσο γελοίος όταν κάνει μιμήσεις αγριεμένου σκύλου, το γουφ-γουφ! τι το ‘θελες;

Ο σκύλος δεν αγρίεψε με τις παπάτζες σου, ίσα που έγλειψε λιγάκι τα αχαμνά του, σκεπτόμενος πόσο βλαμμένος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος.

Εγώ πάλι αγρίεψα και θα σε δάγκωνα, αλλά δεν είχα με τι να πλύνω μετά το στόμα μου.

Με τη γάτα και το σκύλο τρομάζεις τα μικρά και τα κάνεις φοβικούς, κολοβωμένους ανθρώπους;

Με όλα όσα είδες και έζησες, κατέληξες στο συμπέρασμα πως τα ζώα είναι αυτά που πρέπει να φοβάται κάποιος; Όχι τους ανθρώπους;

Ναρκωτικά, ουσίες κι εξαρτήσεις γενικότερα, AIDS, παιδεραστές, σαδιστές, κακοποιοί, ψυχικές νόσοι και σωματικές θερίζουν και οι γονείς φοβούνται μην καταπιεί το παιδάκι τους γατότριχα και μεταμορφωθεί σε αιλουροειδές;

Φοβούνται μην τα δαγκώσει σκύλος, όταν όλοι γύρω τους δαγκώνουν την ψυχή τους;

Ο «γουφ-γουφ!» ήχος είναι αυτός που πρέπει να φοβούνται;

Αλήθεια, πώς είναι ο προειδοποιητικός ήχος για τον μαλάκα;


Τίνα Βάμβουρα

0 σχόλια:

Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.

Copyright © 2013 DogWorld