Τα μάτια που σε στοιχειώνουν..




Γράφει ο Βαγγέλης Βενσερέμος

 

Είναι πρωί, απόγευμα ή βράδυ. Καλοκαίρι ή χειμώνας. Κάνει κρύο ή ζέστη ή βρέχει. Δεν έχει σημασία. Είναι η λεπτομέρεια που δεν κάνει καμία διαφορά.

Το χωρίς σημασία...background.


Περπατάς, οδηγείς, πας μια βόλτα ή για δουλειά και διασταυρώνεσαι με "αυτά" τα μάτια. 


Υπέροχα μάτια, τετράποδοι οι κάτοχοι, μα ανθρώπινο θαρρείς το βλέμμα τους.

Δεν ανήκεις σε αυτούς που θα αδιαφορήσουν πνιγμένοι στην καθημερινότητα και ευτυχώς ούτε σε αυτούς που έχουν μια μαύρη τρύπα στη θέση της καρδιάς και θα τα χτυπήσουν-τρομάξουν-διώξουν-κακοποιήσουν.


Πλησιάζεις είτε με λίγη τροφή στο χέρι, είτε να δώσεις ένα χάδι. Τους μιλάς.... Αρχίζεις το σφύριγμα και τα "ψιψιψι".


Κάποια περιμένουν και κουνάνε την ουρά με χαρά ή κουτουλάνε το κεφάλι τους στα πόδια σου. Άλλα φοβικά-κακοποιημένα τρέχουν να εξαφανιστούν. Και κάποια είναι στο μεταίχμιο του να μείνουν ή να τρέξουν.


Αυτά τα μάτια όμως... Πόσα λένε. Ιστορίες ολόκληρες για το πόσο έχουν πονέσει. Το ξύλο που έχουν φάει. Την πείνα, τη δίψα, τον πόνο, τη μοναξιά, τον φόβο... 


Μια στιγμή αν σταθείς να τα διαβάσεις γράφεις βιβλία ολόκληρα με τις διηγήσεις τους. Θες να τα πάρεις όλα στο σπίτι σου. Ξέρεις πως δεν γίνεται. 


Νιώθεις ένα τίποτα και τόσο μικρός!


Σιχαίνεσαι
αυτό το "περίφημο ανώτερο ανθρώπινο είδος" καθώς βλέπεις σε αυτά τα μάτια τις συνέπειες της δήθεν ανωτερότητας. Κι αυτά τα μάτια σε στοιχειώνουν. Σε κυνηγάνε παντού. Σε ακολουθούν σε κάθε βήμα. Τα ονειρεύεσαι. Καθρεφτίζονται σε ο,τι κοιτάς. Στο τέλος τα βλέπεις μέσα στα δικά σου μάτια.


Απορείς πως γίνεται κι αντέχουν κάποιοι να τα αγνοούν ή ακόμη χειρότερα να τους δίνουν κι άλλες πληγές να διηγηθούν...


Έχεις λίγη τροφή στο χέρι ή ένα χέρι με χάδια καρδιάς μόνο. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτε άλλο. Και διαβάζεις... :


"Είχα ένα σπίτι κάποτε. Δεν χωρούσα είπαν. Μεγάλωσα πολύ. Με έδιωξαν. Γιατί;"


"Έκαναν μωρό και με πέταξαν έξω. Μα το αγαπούσα κι εγώ το μωράκι." 


"Ζω μια ζωή στο δρόμο. Οι άνθρωποι είναι κακοί."


"Ψάχνω τα μωρά μου. Άκουσα τα πήγαν κάπου που το λένε κάδο. Που είναι τα μωρά μου;"


"Πήγαμε μια μεγάλη βόλτα. Και μπήκαν όλοι στο αυτοκίνητο και μετά με άφησαν εδώ. Δεν ξαναγύρισαν. Θα έρθουν; Ξέρεις;"


"Κάποιος με λυπήθηκε και άφησε φαγητό. Έφαγα αλλά τώρα πονάω απίστευτα. Φρικτός πόνος. Λένε εδώ γύρω περαστικοί έφαγα φόλα. Δεν θα είναι κάτι καλό αφού νιώθω να πεθαίνω. Γιατί; Τι έκανα;"


"Με κλώτσησαν. Με χτύπησε ένα αμάξι. Με έδειραν. Εύχομαι να μην υπήρχα. Πάρε το χέρι σου σε παρακαλώ γιατί φοβάμαι. Οι άνθρωποι είστε επικίνδυνοι και όσο και να μην είσαι κακός δεν μπορώ πια να σε εμπιστευτώ."


Κι άλλες πολλές ιστορίες. Όχι επιγραμματικά. Σελίδες ολόκληρες. 


Λιώνει η καρδιά, πονάς, δακρύζεις και απορείς ακόμη πως γίνεται να μη μας στοιχειώνουν όλους αυτά τα μάτια. Αναρωτιέσαι κι εσύ γιατί... Θυμώνεις, στενοχωριέσαι, απογοητεύεσαι.
 

Κι όμως αυτά τα μάτια, βασανισμένα, νηστικά, πεινασμένα, φοβισμένα, κακοποιημένα, έχουν γλύκα στο βάθος τους. Έχουν ακόμη αγάπη. Το άγνωστο πια συναίσθημα για τη πλειοψηφία των ανθρώπων. Έχουν αγάπη. Και τη δύναμη να σε συγχωρήσουν, να σε αγκαλιάσουν, να σε παρηγορήσουν.

Δεν έχουν κακία και δόλο. Και ξέρεις πια πως δεν είσαι τίποτα. Δεν έχεις τέτοιο μεγαλείο ψυχής. 


Και τα μάτια που σε στοιχειώνουν είναι τίποτα εμπρός στο πως έχει στοιχειώσει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, το δικό σου είδος τις ψυχές τους. 


Συγγνώμη...

2 σχόλια:

  1. Αυτα τα ματια..Το "αχ" μου απο τοτε που θυμαμαι τον εαυτο μου..Μιλησε στην ψυχη μου αυτο το κειμενο.Δεν θα τα σκεφτομουν,ουτε θα τα λεγα διαφορετικα.Ετσι ακριβως..

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούμε χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες. Σχόλια άσχετα με το δημοσιευμένο θέμα θα διαγράφονται.

Copyright © 2013 DogWorld